Ο Κωστής ξυπνάει νωρίς και μετά από λίγο η Λίνα που ετοιμάζει τα πράγματα. Στις 8:00 πρέπει να είμαστε στο σταθμό λεωφορείων για να φύγουμε για το Tha Khaek. Τα παιδιά ξυπνάνε σιγά-σιγά. Φορτωνόμαστε τα σακίδια μας και με παζάρια παίρνουμε ένα jumbo για να μας πάει στο σταθμό των λεωφορείων. Στις 8:00 ακριβώς φτάνουμε στο σταθμό. Είναι ένας μεγάλος και οργανωμένος σταθμός, απ’ όπου φεύγουν λεωφορεία για πολλά μέρη εντός και εκτός της χώρας. Πάμε να βγάλουμε εισιτήρια και η κοπέλα μας ενημερώνει ότι σε 5’ φεύγει το επόμενο λεωφορείο για το Tha Khaek. Πριν προλάβουμε να βγάλουμε τα εισιτήρια, μας προλαβαίνει ο υπεύθυνος των βαν που κάνουν την ίδια διαδρομή και προσπαθεί να μας πείσει να πάρουμε το βαν των 9:00. Εμάς δεν μας γεμίζει το μάτι το όχημα του και αποφασίζουμε να επιβιβαστούμε στο μεγάλο λεωφορείο που φεύγει άμεσα. Προλαβαίνουμε ίσα –ίσα. Ξεκινάμε ακριβώς στις 8:15.
Μετά από λιγότερο από 30 χιλιόμετρα το λεωφορείο κάνει μία γιγαντιαία στάση. Περιμένει ακόμα και τους πιο καθυστερημένους επιβάτες. Φυσικά σε όλη τη διάρκεια της στάσης προσπαθούν να μας πουλήσουν φαγητά ή αναψυκτικά. Η Λίνα υποκύπτει και αγοράζει αυγά αχνιστά σουβλάκι. Είναι νόστιμα! Στις 9:45 ξεκινάμε! Κάνει και άλλες στάσεις, γεμίζοντας το λεωφορείο. Θα θέλαμε να είχαμε διαλέξει το βαν! Ευτυχώς κάποια στιγμή προχωράει χωρίς στάσεις και στις 11:15 είναι στο σταθμό λεωφορείων του Tha Khaek. Κατεβαίνουμε σε έναν επίσης οργανωμένο και μεγάλο σταθμό 3,5 χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης. Βρίσκουμε εύκολα ένα jumbo και με 5€ μας πηγαίνει στο κέντρο και στο ξενοδοχείο Inthira, που επιλέξαμε να μείνουμε. Είναι σχετικά ακριβό, αλλά καλό ξενοδοχείο. Ευτυχώς έχει δωμάτιο με 23€ και φυσικά μένουμε. Τακτοποιούμαστε στο δωμάτιο. Ο Κωστής βγαίνει έξω να φέρει φαγητό, αφού όλοι πεινάμε. Με 5,5 € αγοράζει κρέας, γαρίδες και σούπα γεμιστά κολοκύθια με κιμά, στα υπαίθρια μαγαζάκια της διπλανής κεντρικής πλατείας της πόλης. Τρώμε στο δωμάτιο, με το air-condition στο φουλ.
Ξεκουραζόμαστε και διαβάζουμε νέα από την Ελλάδα στο Internet, αφού το δωμάτιο έχει πολύ καλό σήμα Wi-Fi. Το απόγευμα βγαίνουμε έξω για να δούμε την πόλη. Το Tha Khaek είναι μία επίσης παραποτάμια πόλη, που όμως είναι πολύ πιο οργανωμένη και καθαρή από το Savannakhet που ήμασταν χθες. Στην όχθη του ποταμού υπάρχουν μαγαζάκια που ετοιμάζουν φαγητό και ποτά. Χανόμαστε μέσα στα δρομάκια της πόλης. Ο Κωστής ακούει φωνές και στρίβει σε ένα στενό. Βρίσκει ένα εστιατόριο, το οποίο έχει διαμορφώσει δύο πίστες για το γαλλικό παιχνίδι Pétanque, όπου ντόπιοι παίζουν σε δύο ομάδες, τρώγοντας μεζέδες και πίνοντας μπύρες. Το Pétanque παίζεται με ατσάλινες μπάλες, τις οποίες οι παίκτες πετούν στο έδαφος, προσπαθώντας να φτάσουν πιο κοντά σε ένα μικρό μπαλάκι. Είναι το σπορ της πόλης αυτής. Αμέσως οι παίκτες, βλέποντας τον Κωστή, τον πλησιάζουν, τον χαιρετούν και του ζητούν να παίξει μαζί τους. Η Λίνα και τα παιδιά περιμένουν λίγο πιο κάτω και έτσι τους αποχαιρετά.
Περπατάμε μέχρι το τέρμα των μαγαζιών κατά μήκος του ποταμού και βλέπουμε επίδοξους ψαράδες που με κατάλληλα δίχτυα πιάνουν μικρά ψαράκια στις όχθες του Mekong. Γυρίζουμε προς τα πίσω. Κοντά στην πλατεία πίνουμε δροσιστικά σε μία κυρία που στο υπαίθριο μαγαζί της κάνει γευστικά θαύματα. Απέναντι βλέπουμε πάλι την Ταϋλάνδη. Ο ήλιος δύει. Αποφασίζουμε να καθίσουμε στα υπαίθρια μαγαζάκια και να φάμε. Σταματάμε στο πρώτο που μας αρέσει και τρώμε σουβλάκια χοιρινά και κοτόπουλου. Τρώμε και προχωράμε πιο κάτω, όπου τρώμε σούπα μοσχαριού και σαλάτα από ένα λαχανικό σαν λάχανο με διάφορα μυρωδικά. Συνεχίζουμε. Τρώμε γλυκά και επιθυμούμε πολλά ακόμα φαγητά, που δεν χωράει πλέον το στομάχι μας. Κάνουμε μία μικρή βόλτα στα μαγαζιά που είναι ακόμα ανοιχτά. Γυρίζουμε στο δωμάτιο μας και τεμπελιάζουμε μέχρι να μας πάρει ο ύπνος. Αύριο έχουμε δύσκολη ημέρα.




Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου