Φτάνουμε στον γνωστό μας πεζόδρομο Tērbatas. Ο Βασίλης θυμάται ότι υπάρχει ένα μαγαζί που πουλάει bubble tea. Η ώρα είναι λίγο πριν τις 20:00 και τα περισσότερα μαγαζιά κλείνουν. Ο Βασίλης επιμένει, προλαβαίνει και παίρνει το πολυπόθητο ρόφημα ως τελευταίος πελάτης. Αφού φτάσαμε ως εδώ αποφασίζουμε να πάμε σε ένα άλλο μαγαζί που είδαμε χθες να έχει πάρα πολύ κόσμο. Ο κόσμος δείχνει πάντα μία σωστή επιλογή. Το μαγαζί είναι το Tērbatas Ezītis miglā, το οποίο είναι και αυτό self service και προσφέρει καφέ, ποτό και φαγητό. Καθόμαστε και πίνουμε τα ποτά μας πολύ ευχαριστημένοι! Μας αρέσει πολύ το στυλ αλλά και η ατμόσφαιρα του μαγαζιού. Πολύ καλή και φθηνή επιλογή και αυτή. Νωρίς το βράδι γυρίζουμε στο σπίτι μας για μαγειρική και ηρεμία. Πιο πριν κάνουμε μία απαραίτητη στάση για ψώνια, όπου αγοράζουμε και το μαύρο βάλσαμο, το πιο χαρακτηριστικό αλκοολούχο ποτό της χώρας, για να το δοκιμάσουμε. Αύριο έχουμε να επισκεφτούμε την καλοκαιρινή, όπως λέγεται πρωτεύουσα της χώρας, την Jurmala.
Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020
Ημέρα 10η: Η πόλη της Ρίγας
Από πολύ νωρίς αρχίζουμε να ακούμε το τραμ Νο 11, να περνάει κάτω από το σπίτι μας. Η πόλη της Ρίγας έχει σίγουρα διαφορετικούς ρυθμούς ζωής από το πολύ ήρεμο Ταλίν. Ξυπνάμε ο καθένας με τον χρόνο του και είμαστε έτοιμοι να βγούμε στην πόλη λίγο μετά τις 10:00. Η μέρα είναι ψυχρή, έτσι όλοι μας φοράμε κάτι παραπάνω. Με το τραμ κατευθυνόμαστε μέχρι τη στάση της Όπερας, για να θαυμάσουμε το υπέροχο αυτό κτίριο. Σε λίγα λεπτά είμαστε εκεί. Το κτίριο της Λετονικής Εθνικής Όπερας χτίστηκε το 1863 και εξωτερικά θυμίζει το κτίριο των Μπολσόι στη Μόσχα. Είναι πραγματικά πολύ όμορφο και είναι φυσικό να αποτελεί το καμάρι της μουσικής και καλλιτεχνικής Λετονίας. Για τη συνέχεια περπατάμε προς την μεγάλη σκεπαστή αγορά, που δεν είναι πολύ μακριά από εδώ. Στο δρόμο μας βλέπουμε ένα πολύ ωραίο μαγαζάκι, το Street Fries Kitchen, που βλέπουμε ότι το πρωί κάνει πολύ ωραίες βάφλες. Καθόμαστε αλλά δυστυχώς παραγγέλνουμε μόνο καφέ, αφύ λόγω του κόσμου, θέλει πάνω από 30' για να μας ετοιμάσει τις βάφλες. Το περιβάλλον και ο καφές μας αποζημειώνουν και συνεχίζουμε το δρόμο μας για την αγορά. Όταν φτάνουμε εκεί ο Βασίλης ανακαλύπτει ότι δεν έχει πλέον το κινητό στην τσέπη του... Τον ρωτάμε αν τον έσπρωξε κανένας όσο περπατάμε, όμως δεν θυμάται κάτι τέτοιο. Είτε του το κλέψανε στο δρόμο, είτε το ξέχασε στο μαγαζί που καθίσαμε. Γυρίζουμε πίσω για να αποκλείσουμε το δεύτερο. Για καλή μας τύχη το κινητό το είχε ξεχάσει εκεί και το γκαρσόνι, με το που μας βλέπει, μας το δίνει. Πάλι καλά! Τον ευχαριστούμε θερμά και επιστρέφουμε στην αγορά.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου