Σήμερα φεύγουμε από το Ουλάν Μπατόρ... Στις 10:15 ξεκινάει η αμαξοστοιχία 286 με δικό μας προορισμό την έρημο Γκόμπι και την πόλη του Sainshand. Επιλέξαμε να ταξιδέψουμε στην τρίτη θέση, εκεί που ταξιδεύουν οι ντόπιοι. Ξυπνάμε νωρίς, ετοιμάζουμε τους σάκους μας και στις 9:30 ξεκινάμε με τα πόδια για το σταθμό των τρένων. Έξω από τον σταθμό πουλάνε γάλα, γιαούρτι και μάλλον τυρί, ενώ παραγωγοί φέρνουν και αφήνουν το γάλα τους εδώ. Το τρένο βρίσκεται στο σταθμό και μας περιμένει. Βρίσκουμε το βαγόνι μας (Νο 15), δείχνουμε τα εισιτήρια μας στα κορίτσια που είναι υπεύθυνα για το βαγόνι και ανεβαίνουμε. Τακτοποιούμαστε στις θέσεις μας. Τα καθίσματα είναι σκληρά, όμως πολύ γρήγορα τα συνηθίζουμε. Το βαγόνι γεμίζει με ντόπιους. Ευτυχώς στις θέσεις του ανοιχτού κουπέ μας δεν κάθεται κανένας και είμαστε άνετα. Κάνουμε μερικές προμήθειες από το μίνι μάρκετ του σταθμού. Το τρένο φεύγει στην ώρα του. Μετά από 10 ώρες θα είμαστε στον προορισμό μας.
Έχουμε αφήσει εδώ και ώρα την πρωτεύουσα και η φύση είναι το απέραντο πράσινο που βλέπαμε όταν ερχόμασταν. Σταματάμε σε μοναχικούς σταθμούς χωρίς τίποτε άλλο γύρω. Ποιόν άραγε να εξυπηρετούν; Η Μογγολία είναι η πιο αραιοκατοικημένη χώρα στον κόσμο. Σε μία έκταση 1.564.116 τ.χλμ. (σχεδόν 12 φορές μεγαλύτερη από την Ελλάδα), κατοικούν οι μισοί 1.500.000 στην πρωτεύουσα κι άλλοι τόσοι στην υπόλοιπη αχανή χώρα. Παρατηρούμε τον κόσμο γύρω μας. Μοναδικά αυθεντικά πρόσωπα! Τα ηχεία αρχίζουν να παίζουν απαλή μογγολική μουσική. Η καλύτερη μας! Ο κύριος απέναντι μας είναι πολύ χαρακτηριστικός. Κλασσική παραδοσιακή μορφή. Καθαρός, τακτικός,σοβαρός και σκεπτικός. Είναι γύρω στα 65, ξερακιανός σκουρόχρωμος, γεμάτος ρυτίδες. Κατεβαίνει λίγο αργότερα στη στάση του.
Το τοπίο όσο περνάει η ώρα αλλάζει. Αρχίζει να μειώνεται το πράσινο και τη θέση του να παίρνει το χώμα και η άμμος. Μπαίνουμε σιγά-σιγά στην έρημο Γκόμπι. Η έρημος Γκόμπι εκτείνεται στη νοτιοανατολική Μογγολία και τη βόρεια Κίνα, και είναι η πέμπτη μεγαλύτερη έρημος στη Γη και η μεγαλύτερη στην Ασία. Είναι αποτέλεσμα της σκιάς που δημιουργούν τα Ιμαλάια στις υγρές και αέριες μάζες που έρχονται από τον Ινδικό Ωκεανό στην περιοχή. Δεν είναι τόσο άνυδρη όσο η Σαχάρα, αλλά οι βροχές είναι σπανιότατες και οι μεταβολές θερμοκρασίας πολύ μεγάλες. Διαθέτει πολλές λίμνες από τις οποίες οι περισσότερες είναι μικρές και αλμυρές. Κατοικείται κυρίως από Μογγόλους νομάδες, που ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τις 10.000. Πρώτος Ευρωπαίος που επισκέφτηκε την έρημο Γκόμπι ήταν ο Βενετός εξερευνητής Μάρκο Πόλο.
Ετοιμάζουμε φαγητό. Ευτυχώς και σε αυτό το τρένο υπάρχει διαθέσιμο βραστό νερό, έτσι φτιάχνουμε νούντλς, ανοίγουμε τις τελευταίες κονσέρβες που κουβαλάμε από την Ελλάδα και κόβουμε μερικές ντομάτες. Τέλεια! Μία τελευταία χλιαρή μπύρα μας κάνει παρέα... Ξαπλώνουμε και κοιμόμαστε λίγο στα σκληρά κρεβάτια πάνω από τα κεφάλια μας. Το τρένο προχωράει πάντα προς το νότο. Κάποια στιγμή ο διπλανός συνταξιδιώτης μας πιάνει την κουβέντα. Μιλάει πολύ λίγα αγγλικά, όμως συννενοούμαστε. Ταξιδεύει με το αγοράκι του. Τον ρωτάμε για τα ταξί και τις κατασκηνώσεις Ger έξω από την πόλη. Μας ενημερώνει για το πόσο πρέπει να μας χρεώσει ένα ταξί. Παράλληλα στην κουβέντα μπαίνει και ένας νεαρός που μας λέει ότι έχει ταξί και μπορεί να μας αναλάβει αυτός. Μας ζητάει 100.000 Τούριγκ (45€) για να μας πάει μέχρι την κατασκήνωση των Ger (35 χιλιόμετρα νότια της πόλης του Sainshand), στην ιερή περιοχή Σαμπάλα που μας ενδιαφέρει να επισκεφτούμε αύριο το πρωί, να μας ξεναγήσει αύριο το πρωί στην περιοχή και να μας επιστρέψει στην πόλη για να πάρουμε το βραδινό τρένο για τα σύνορα με την Κίνα. Καλή είναι η τιμή. Δίνουμε τα χέρια.
Φτάνουμε στο Sainshand. Μακριά μας βλέπουμε μία δυνατή καταιγίδα, που έχει ξεσπάσει. Κατεβαίνουμε από το τρένο και συναντούμε ένα περίεργο ταξιδιωτικό ζευγάρι. Μία κυρία γύρω στα 70 από το Περού και μία κοπέλα γύρω στα 30 από τη Γερμανία. Βρέθηκαν τυχαία και συνταξιδεύουν. Μας ζητούν να τους βοηθήσουμε για να επιλέξουν μία κατασκήνωση με Ger για το βράδυ. Η Λίνα τους εξηγεί το πρόγραμμα μας και αποφασίζουν να μας ακολουθήσουν με άλλο ταξί. Ξεκινάμε με τον ταξιτζή μας. Από το παράθυρο βλέπουμε το Sainshand, την πόλη της ερήμου. Το γεγονός ότι η πόλη αυτή βρίσκεται πάνω στο δρόμο του σιδηροδρόμου, της έδωσε μία κάποια οικονομική άνθηση. Ο Dima, ο οδηγός μας, μας ανεβάζει για να δούμε από ψηλά την πόλη. Φωτογραφίζουμε. Συνεχίζουμε νότια της πόλης, μέσα στην έρημο. Γύρω μας δεν είναι η καθαρή άμμος της ερήμου, αλλά υπάρχουν και πρασινάδες που ξεφυτρώνουν από το έδαφος. Αρχίζει ο ήλιος να δύει και φτάνουμε στην κατασκήνωση.
Η κατασκήνωση δεν είναι πολυτελής. Αποτελείται από καμιά 50αριά σκηνές Ger, οι περισσότερες των οποίων είναι για ενοικίαση. Υπάρχουν και σκηνές με μίνι μάρκετ, εστιατόρια και φυσικά οι σκηνές των υπευθύνων της κατασκήνωσης. Το Γκερ ή Γιούρτ (κατά τους Τούρκους) είναι μία στρογγυλή σκηνή που καλύπτεται με δέρματα ή πανιά από μαλλί προβάτου και χρησιμοποιείται ως κατοικία από νομάδες στις στέπες της Κεντρικής Ασίας. Ο σκελετός της αποτελείται από ένα πλέγμα η μπαμπού που χρησιμεύει ως τοίχος, μία πόρτα, ένα στρογγυλό δαχτυλίδι στην κορυφή και δοκάρια που ενώνουν το δαχτυλίδι με τον τοίχο. Η κατασκευή του σκελετού γίνεται με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να μην χρειάζεται στήριξη το κεντρικό δαχτυλίδι.Το γκερ είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να μπορεί να γίνεται κομμάτια και να μεταφέρεται με καμήλες ή άλλα ζώα, σε άλλη τοποθεσία. Η κατασκευή από την αρχή ενός γκερ δεν ξεπερνάει τις 2 ώρες. Η πόρτα είναι πάντα προς την ανατολή, προσφέροντας στο εσωτερικό περισσότερο ήλιο, αφού η όλη κατασκευή δεν έχει παράθυρα. Η περιοχή των ανδρών είναι στη δυτική ή στην αριστερή μεριά του γκερ, ενώ οι γυναίκες έχουν παραδοσιακά την ανατολική πλευρά. Όταν ένας άνδρας ή μία γυναίκα μπαίνει μέσα στο γκερ, πηγαίνει προς την πλευρά του. Στο κέντρο του γκερ υπάρχει συνήθως η φωτιά και ο χώρος που μαγειρεύουν.
Τακτοποιούμαστε στο Ger που μας δίνουν. Προσπαθούμε να μην χτυπάμε το κεφάλι μας στην κοντή πόρτα της εισόδου. Η τουαλέτα είναι στη φύση τριγύρω, μας ενημερώνει ο Dima, ο οποίος θα κοιμηθεί δίπλα μας μέσα στο αυτοκίνητο του. Ζητάμε από την κυρία να μας μαγειρέψει κάτι για το βράδυ. Μία νύχτα εδώ στοιχίζει 40.000 Τούγκρικ (20€) , ενώ το φαγητό μας 12.000 Τούγκρικ (6€). Ο ήλιος έχει δύσει στο μεταξύ. Είναι υπέροχη αυτή η ώρα! Ο Βασίλης έχει ήδη πέσει στην άμμο και παίζει. Είναι πολύ χαρούμενος! Το φαγητό είναι έτοιμο. Πίτες και ζυμαρικά γεμιστά με μοσχαρίσιο κρέας. Αγοράζουμε μπύρες και καθόμαστε μέσα στο Ger με τον Dima για να φάμε. Η συννενόηση μαζί του είναι πολύ δύσκολη, αφού σχεδόν δεν ξέρει Αγγλικά, όμως μπορούμε και λέμε μερικές κουβέντες. Αρκεί να υπάρχει θέληση! Έχει νυχτώσει για τα καλά, ενώ το φεγγάρι είναι σχεδόν γεμάτο! Οι δύο γυναίκες που συναντήσαμε πριν έρχονται και μας βρίσκουν και πίνουμε μπύρα μαζί τους, έξω από το Ger. Μαθαίνουμε τις ιστορίες τους και αυτές τις δικές μας. Πριν τις 11:00 πέφτουμε για ύπνο. Αύριο έχουμε πολύ πρωϊνό ξύπνημα, αφού πρέπει να δούμε την ανατολή μπροστά από δύο γυναικεία στήθη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου